23 November 2006

 

Από τις αρχές μέχρι την κλασική εποχή

...

Στις πρώιμες εποχές, η μουσική για ορχήστρα χρειάστηκε να αντλήσει την έμπνευσή της από τα προγενέστερα έργα φωνητικής μουσικής. Στην αρχή δεν υπήρχαν άλλωστε διακρίσεις ανάμεσα σε φωνητική και οργανική μουσική, ούτε ενδείξεις για τη χρήση οργάνων στη σημειογραφία της μουσικής. Οι συνθέτες σημείωναν μόνο τις νότες κι αυτές έπρεπε να παιχτούν -όσο το δυνατόν καλύτερα- είτε από φωνές, είτε από όργανα. 'Ομως, η χρήση των οργάνων και ο εθισμός στα ηχοχρώματά τους, άρχισε να οδηγεί στη γέννηση νέων ηχητικών εντυπώσεων και νέων μορφών, με αποτέλεσμα να προκύψει αντίστροφα η ανάγκη για μεγαλύτερη ακρίβεια στη σημειογραφία. Οι κυριότερες από αυτές τις ηχητικές εντυπώσεις που αναπτύχθηκαν από τους μεταγενέστερους μουσικούς σε εντυπωσιακά επίπεδα και απετέλεσαν άλματα για τον πολιτισμό μας, είναι οι εξής (τα παραδείγματα είναι από διάφορες μουσικές εποχές):
  • Η δυναμική αντίθεση: Αναφέρεται ότι οι πρώτοι που τη χρησιμοποίησαν συστηματικά ήταν οι Αντρέας και Τζιοβάνι Γκαμπριέλι (θείος και ανηψιός) στη Βενετία και φαίνεται ότι η ιδέα ξεκίνησε από την αντίθεση δύο οργανικών συνόλων που έπαιζαν στις δύο απέναντι στοές του ναού του Αγίου Μάρκου. Αυτή η δυναμική αντίθεση που μοιάζει με την ηχώ, η οποία έχει μελετηθεί καλά από τους λαούς που ζουν γύρω από τις Άλπεις, μπορούσε να υλοποιηθεί με την αντιπαράθεση ενός μεγάλου κι ενός μικρού μουσικού συνόλου. Το ίδιο αποτέλεσμα προέκυπτε από ένα μοναδικό μουσικό σύνολο που έπαιζε άλλοτε δυνατά και άλλοτε χαμηλόφωνα (Mozart: megf, megf). 'Oταν αυτή η ηχητική εντύπωση έγινε συνήθης πρακτική, εμπλουτίστηκε με μουσικές ιδέες ποιοτικά υψηλών απαιτήσεων και έφτασε στο αποκορύφωμα με τα έργα των κλασικών, ιδιαίτερα του Μπετόβεν (megf, megf, megf).
  • Η ηχοχρωματική ποικιλία: Αυτή η ποικιλία ήταν δυνατόν να υλοποιείται με την εναλλαγή στους συνδυασμούς των οργάνων και με τη χρήση των οργάνων σε σολιστικά μέρη με αξιώσεις δεξιοτεχνίας. Τα βρανδεμβούργια κοντσέρτα (Brandenburger Konzerte) του Μπαχ (J.S.Bach) ανήκουν στην κατηγορία συνθέσεων που αξιοποιούν το στοιχείο της εναλλαγής στους ορχηστρικούς συνδυασμούς και δημιουργούν ηχοχρωματική ποικιλία (megf, megf, megf, megf, megf). Από αυτή την ιδέα ξεπήδησαν τα concerti grossi και οι σονάτες δωματίου για 2 ή 3 βιολιά, σαν αυτές του Κορέλι και αργότερα του Βιβάλντι. Με τη μεταφορά δε αυτής της ιδέας στο πιάνο από τον Μπαχ, δημιουργήθηκε ως μουσικό είδος το κοντσέρτο για πιάνο (megf).
  • Η θεματική ανάπτυξη: Αυτή η μέθοδος δημιουργίας ηχητικών εντυπώσεων προέκυψε με την πάροδο του χρόνου από τις άλλες δύο. Μέσα από τις αντιθέσεις της δυναμικής και των ηχοχρωμάτων, ξεπήδησε η ιδέα για παραλλαγές και θεματική διαφοροποίηση - π.χ. Μότσαρτ στο κοντσέρτο για κλαρινέτο (megf, megf) και (megf, megf), ο Μπετόβεν στην 3η συμφωνία (megf, megf, megf) και στην 5η συμφωνία (megf, megf, megf) και ο Ροσίνι στον Κουρέα της Σεβίλλης (megf, megf). Ξεκινώντας σαν απλά οργανικά ποικίλματα, με τις δυναμικές και ηχοχρωματικές τους αντιθέσεις, τα θέματα απέκτησαν σταδιακά μία αυτόνομη υπόσταση και μία πλαστικότητα.
  • Η φόρμα σονάτας: Η μορφή που συνόψισε και συμβόλισε αυτές τις εξελίξεις, τις τάσεις και τις αισθητικές ιδέες ήταν η σονάτα. 'Ενα έργο έχει τη φόρμα σονάτας, όταν στηρίζεται στην αντιπαράθεση δύο θεμάτων, σύμφωνα με το απλουστευμένο σχήμα: έκθεση πρώτου θέματος (megf), έκθεση δεύτερου θέματος (megf), επεξεργασία (megf), επανάληψη (megf, megf) και κλείσιμο. Με την καθιέρωση της σονάτας η ορχήστρα βρίσκει το δικό της προορισμό. Η εφαρμογή της ιδέας της σονάτας στην ορχήστρα οδήγησε στη συμφωνία.
Στην ελληνική αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκε ο όρος συμφωνία για να χαρακτηρίσει διάφορα μουσικά μέρη που ηχούν ταυτόχρονα. Κατά το 17ο αιώνα ονομαζόταν sinfonia γενικά η οργανική μουσική, με ποικίλες μορφές και απαιτήσεις στη συγκρότηση της ορχήστρας. Με αυτό το όρο χαρακτηρίζονταν ακόμα εισαγωγικά μέρη για μπαλέτο, καντάτες, ορατόρια, αλλά προπάντων για όπερες. Εκτιμάται ότι στην Ιταλία είχαν γραφτεί εκείνη την εποχή περί τις 20.000 συμφωνίες ως εισαγωγή για όπερα.

Η εισαγωγική μουσική της βενετσιάνικης σχολής όπερας ήταν συνήθως διμερής (αργό-γρήγορο) και ακολουθούσε τον τύπο της γαλλικής ουβερτούρας. Η ναπολιτάνικη sinfonia για όπερα (από τον Α.Σκαρλάτι και μετά, περί το 1680), απετελείτο από τρία μέρη, με ένα γρήγορο πρώτο μέρος, ένα δεύτερο μέρος σε τραγουδιστό στιλ και ένα γρήγορο τρίτο μέρος, χορευτικού τύπου.

Αυτός ακριβώς ο τύπος διατηρήθηκε και αργότερα με τη διαμόρφωση, περίπου από το 1730, του πρώτου μέρους ως σονάτας. Μεταξύ του δεύτερου μέρους και του φινάλε παρεμβάλλεται συχνά ένα τρίτο μέρος με τη μορφή μενουέτου (π.χ. Mozart,
megf). Μετά το 1750 προέκυψε ως εξέλιξη του (σόλο) κοντσέρτου και του concerto grosso η sinfonia concertante για ορχήστρα και δύο ή περισσότερα όργανα. (Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)
(συνεχίζεται)


A. Vivaldi, Τέσσερις εποχές Ι



A. Vivaldi, Τέσσερις εποχές ΙΙ



A. Vivaldi, Τέσσερις εποχές ΙΙΙ






<< Home

Isn't yours?

(Πίνακας Περιεχομένων)





Ώρα Ελλάδας
και υπολογιστή:


..Monitors: