12 November 2007
Τα κύμβαλα


Τα κύμβαλα είναι ασιατικής προελεύσεως, αρχικά ως καμπανάκια, τα οποία αργότερα πήραν ανοικτή μορφή και σταδιακά έγιναν σχεδόν επίπεδα. Τα αρχαία ελληνικά κύμβαλα που ήταν ιδιαίτερα μικρά, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται στο ντέφι και παίζονταν στερεωμένα στα δάκτυλα, είχαν ευρεία διάδοση και στην υπόλοιπη Ευρώπη περίπου μέχρι το Μεσαίωνα. Το όργανο αυτό έπαψε στη συνέχεια να χρησιμοποιείται στη δυτική μουσική και επανήλθε σε ογκωδέστερη κατασκευή και διαπεραστικό ήχο περί τα τέλη του 17ου αιώνα μέσω της μουσικής των γενιτσάρων του οθωμανικού στρατού.
Ακριβώς λόγω αυτής της προελεύσεως, τα κύμβαλα και ο ήχος τους συνδυάζονται παραδοσιακά με το τύμπανο, ιδιαίτερα στα εμβατήρια, στην Jazz και στην ψυχαγωγική μουσική (,
,
). Σ' αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιούνται συχνά επικρουστήρες (μπαγκέτες) - συνήθως γυμνά ξύλα με σφαιρικά διαμορφωμένη κατάληξη (
,
).
Σ' αυτές τις σελίδες φαίνονται εικόνες από τη διαδικασία κατασκευής και επεξεργασίας των κυμβάλων.
Ήχοι, Μουσικά Αποσπάσματα
Ο διαπεραστικός, οξύς και συρικτός ήχος των κυμβάλων () είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, δεν έχει προσδιορίσιμη τονικότητα και περιλαμβάνει συχνότητες περίπου από 100 μέχρι 9.000 Hz. Ανάλογα με την τεχνική και το σημείο κρούσεως παράγουν τα κύμβαλα ήχο με έντονα διαφοροποιημένη δυναμική και χρώμα (
,
).
Στη συμφωνική ορχήστρα χρησιμοποιούνται τα κύμβαλα για ρυθμική σταθερότητα. Συνήθως διακρίνονται οι εξής παραλλαγές συμφωνικού ήχου των κυμβάλων:
- ο γαλλικός ήχος που είναι ελαφρύς με επαρκή σταθερότητα και ταιριάζει με τα έγχορδα και τα χάλκινα πνευστά,
- ο βιενέζικος ήχος που έχει καλή σταθερότητα και ταιριάζει με τον ήχο της συνολικής ορχήστρας,
- ο γερμανικός ήχος των λεγόμενων κυμβάλων του Wagner που είναι ο εντονότερος ήχος με μεγάλη σταθερότητα.









To γκονγκ (gong) είναι ένα μεταλλικό όργανο με διαφορετικές μορφές, από σχεδόν επίπεδος δίσκος, μέχρι βαθύ δοχείο. Σε αντίθεση με τα κύμβαλα, στο γκονγκ παράγεται ο ήχος στο κέντρο του δίσκου (). Αλλά, όπως στα κύμβαλα, ο ήχος του γκονγκ συνδυάζεται συνήθως με κτυπήματα των τυμπάνων, π.χ. στο κοντσέρτο για κρουστά και ορχήστρα του Μακμίλαν (
). Στην όπερα Freischuetz του Βέμπερ καταλήγουν σκοτεινοί και απειλητικοί ήχοι σε κτυπήματα του γκονγκ (
). Στο έργο Εικόνες από μία έκθεση του Μουσόργκσκυ (ενορχήστρωση Ραβέλ) κλείνει το τελευταίο μέρος, H μεγάλη πύλη του Κιέβου, με έντονα κτυπήματα της γκρανκάσας, των τυμπάνων και του γκονγκ (
).
Στο έργο Ιεροτελεστία της 'Ανοιξης του Στραβίνσκυ εισάγουν δυνατά κτυπήματα των τυμπάνων, της γκρανκάσας και του γκονγκ στο κυρίως θέμα της Τελετουργικής απαγωγής (). Στο Γαϊτανάκι της άνοιξης του ίδιου έργου εισάγουν τα κτυπήματα του γκονγκ τα ορμητικά χάλκινα πνευστά (
). Στο έργο Carmina Burana του Ορφ, κατά την επίκληση της θεάς τύχης, O Fortuna, χτυπάνε τα τύμπανα και το γκονγκ (
).
Το gong δεσπόζει στη μουσική της νοτιοανατολικής Ασίας, κυρίως της Ινδονησίας, όπου τα συγκροτήματα κρουστών gamelan (Java, Bali) έχουν επινοήσει ήδη από το 2ο-3ο π.Χ. αιώνα την εκτέλεση μουσικής σε μεγάλες ομάδες - από τις ελάχιστες περιπτώσεις εκτός Δυτικής Ευρώπης - σε συνδυασμό με χορό και θεατρική δράση (,
). Μάλιστα, μερικοί Ευρωπαίοι συνθέτες, παρουσίασαν έργα, στα οποία χρησιμοποιούνται τα κρουστά, όπως στα συγκροτήματα gamelan. Tέτοια έργα είναι των Στραβίνσκυ (
), Ορφ (
), Μεσιέν (
) κ.ά.(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)
Seattle Cascades 2006 Cymbal Line
Labels: κρουστά όργανα